- υστριχις
- ὑστριχίςὑσ-τρῐχίς-ίδος ἥ колючая плеть, кнут (с колючками) Arph., Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
ὑστριχίς — whip for punishing slaves fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υστριχίς — ίδος, ἡ, ΜΑ μσν. 1. νόσος που προσβάλλει την ουρά τών αλόγων και κατά την οποία οι τρίχες της γίνονται σαν τις τρίχες τού γουρουνιού 2. ο ύστριξ αρχ. μαστίγιο από γουρουνότριχες που χρησιμοποιούσαν για τιμωρία τών δούλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕστριξ,… … Dictionary of Greek
ὑστριχίδα — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίδας — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίδες — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίδι — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίδος — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίδων — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίσι — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὑστριχίσιν — ὑστριχίς whip for punishing slaves fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ύστριχος — (I) ο, Ν ζωολ. βλ. ύστριξ. (II) (ὕστριχος) ὁ, Α είδος μαστιγίου, ὑστριχίς*. [ΕΤΥΜΟΛ. Μτγν. τ. τής λ. ὑστριχίς, κατά τα αρσ. σε ος] … Dictionary of Greek